Ιωάννης της Αγγλίας
Ιωάννης | |
---|---|
Ιωάννης ο Ακτήμονας, από το χειρόγραφο Historia Anglorum | |
Περίοδος | 6 Απριλίου 1199 – 19 Οκτωβρίου 1216 |
Προκάτοχος | Ριχάρδος Α' |
Διάδοχος | Ερρίκος Γ' |
Γέννηση | 24 Δεκεμβρίου 1166 Παλάτι Μπομόν, Οξφόρδη |
Θάνατος | 19 Οκτωβρίου 1216 Κάστρο Νιούαρκ, Νιούαρκ-ον-Τρεντ, Νότινγκχαμσαϊρ |
Τόπος ταφής | Καθεδρικός του Ουόρτσεστερ |
Σύζυγος | Ισαβέλλα, Κόμισσα του Γκλόστερ παντρ. 1189· ακυρώθηκε το 1199 Ισαβέλλα του Ανγκουλέμ παντρ. 1200· χήρεψε το 1216 |
Επίγονοι | Ερρίκος Γ' της Αγγλίας Ριχάρδος Α΄ της Κορνουάλης Ιωάννα,Βασίλισσα των Σκώτων Ισαβέλλα, Αγία Ρωμαία Αυτοκράτειρα Ελεονόρα, Κόμισσα του Πέμπροκ |
Οίκος | Οίκος του Ανζού |
Πατέρας | Ερρίκος Β' της Αγγλίας |
Μητέρα | Ελεονώρα της Ακουιτανίας |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Ιωάννης της Αγγλίας (αγγλ. John of England), γνωστός και ως Ιωάννης ο Ακτήμων (νορμ.: Johan sanz Terre, Οξφόρδη, 24 Δεκεμβρίου 1166 - 19 Οκτωβρίου 1216) από τον Οίκο του Ανζού ήταν βασιλιάς της Αγγλίας και δούκας της Ακουιτανίας (1199 - 1216. Ήταν ο πέμπτος γιος του Ερρίκου Β΄ της Αγγλίας και της Ελεονώρας της Ακουιτανίας.[1][2] Διαδέχτηκε στο θρόνο της Αγγλίας τον άτεκνο αδελφό του Ριχάρδο Α΄ τον Λεοντόκαρδο. Ο πατέρας του κληρονόμησε σημαντικές εκτάσεις στη Γαλλία όπως το Ανζού και τη Νορμανδία, κατέκτησε τη Βρετάνη και μέσω της συζύγου του κληρονόμησε την Ακουιτανία. Απέκτησε σοβαρά κληρονομικά δικαιώματα στην Τουλούζη και την Ωβέρν, επειδή πρώτος σύζυγος της Ελεονώρας ήταν ο Λουδοβίκος Ζ΄ της Γαλλίας.[3]
Κληρονόμος της Ανδεγαυικής αυτοκρατορίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Ανδεγαυική Αυτοκρατορία ήταν γαλλικά εδάφη υπό την ηγεσία των Πλανταγενετών, πήρε το όνομα της από την κομητεία του Ανζού, ιδιαίτερη πατρίδα του Ερρίκου Β΄, με πρωτεύουσα την Ανζέ. Η Ανδεγαυική αυτοκρατορία ήταν πολύ ασταθής, κάθε περιοχή είχε διαφορετικούς λαούς, έθιμα, ιστορία και σύστημα διακυβέρνησης.[4] Δεν είχε καμιά συνοχή που θα της επέτρεπε να αποκτήσει τον χαρακτήρα αυτοκρατορίας και μετά τον θάνατο του Ερρίκου Β΄ ξεκίνησε η διάλυση της.[5] Στη Νορμανδική Αγγλία δεν είχε καθιερωθεί το έθιμο της μεταφοράς όλης της περιουσίας του βασιλιά στον πρωτότοκο γιο όπως στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά βασίλεια, συνεπώς η ιδέα να μοιράσει ο Ερρίκος Β΄ την αυτοκρατορία στους γιους του σε ξεχωριστά σύμμαχα βασίλεια φαινόταν φυσιολογική.[6][7] Το πρόβλημα έγινε μεγαλύτερο επειδή πολλά τμήματα της αυτοκρατορίας είχαν κυβερνήτες υποτελείς στους Καπετίδες βασιλείς της Γαλλίας. Αυτό έφερε ταχεία διάλυση και σκληρούς πολέμους ανάμεσα στις δυο δυναστείες.[8]
Λίγο μετά τη γέννηση του Ιωάννη η μητέρα του τον παρέδωσε σε μια τροφό, γνωστό έθιμο στις βασιλικές οικογένειες του Μεσαίωνα.[9] Η Ελεονώρα έφυγε από το Πουατιέ και έστειλε τον Ιωάννη με την αδελφή του, Ιωάννα, βόρεια στο Αββαείο του Φοντεβρώ.[10] Ο Ιωάννης σαν νεότερος γιος ήταν προορισμένος για τον εκκλησιαστικό κλάδο, αλλά γρήγορα ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στους γονείς του και ο Ιωάννης παραμελήθηκε στα πρώτα χρόνια του. Τα πρώτα του μαθήματα διδάχτηκε από τον περίφημο Άγγλο δάσκαλο Ράνουλφ Γκλάνβιλλ.[11] Διέμενε με τον μεγαλύτερο αδελφό του, Ερρίκο τον Νεότερο, ο οποίος του δίδαξε κυνήγι και πολεμικές τέχνες.[10] Ο Ιωάννης είχε περίπου 1,68 ύψος και ήταν γεροδεμένος με κόκκινα σκούρα μαλλιά, για την εποχή του έμοιαζε σαν κάτοικος του Πουατιέ, αγαπούσε πολύ το διάβασμα με μεγάλη συλλογή από βιβλία.[12][13] Είχε πάθος με τα τυχερά παιχνίδια ιδιαίτερα το τάβλι και ήταν μανιώδης κυνηγός, αγαπούσε τη μουσική αλλά δεν τραγουδούσε.[14][15] Είχε δημιουργήσει μια μεγάλη συλλογή από πολυτελή κοσμήματα, φορούσε πολυτελέστατα ρούχα και σύμφωνα με τους Άγγλους ιστορικούς ήταν "μανιώδης πότης κακού κρασιού".[16] Όταν μεγάλωσε, έγινε έξυπνος, γενναιόδωρος και φιλόξενος, αλλά παράλληλα ήταν ζηλιάρης, υπερευαίσθητος και πολύ οξύθυμος με συχνά ξεσπάσματα οργής τόσο που "μασούσε από τα νεύρα τα νύχια του".[17]
Πρώτα χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πρώτη διανομή του βασιλείου της Αγγλίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Ερρίκος Β΄ προσπάθησε να λύσει το ζήτημα της διαδοχής όταν ο Ιωάννης ήταν ακόμα νήπιο, ο μεγαλύτερος γιος, Ερρίκος ο Νέος, στέφθηκε συμβασιλέας της Αγγλίας (1170), αλλά δεν του δόθηκε η εξουσία, ενώ πήρε επιπλέον μελλοντικές υποσχέσεις για τη Νορμανδία και το Ανζού. Ο δεύτερος γιος Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος κληρονόμησε την Ακουιτανία και ο τρίτος Γοδεφρείδος Β΄ της Βρετάνης έγινε δούκας της Βρετάνης.[18] Ο μικρότερος Ιωάννης στην πρώτη διανομή δεν κληρονόμησε τίποτα, γι' αυτό πήρε ειρωνικά το προσωνύμιο «Ακτήμων» που διατήρησε μέχρι τον θάνατο του.[19] Ο Ερρίκος Β΄ ήθελε να εξασφαλίσει τα νότια σύνορα, γι' αυτό αρραβώνιασε τον Ιωάννη με την Αλίκη (γαλλ. Alais), κόρη και διάδοχο του Ουμβέρτου Γ΄ της Σαβοΐας, και με τη γαμήλια συμφωνία ο Ιωάννης θα κληρονομούσε τη Σαβοΐα, το Πεδεμόντιο, και τις υπόλοιπες περιοχές του δουκάτου. Τα κάστρα Σινόν, Λουντέν και Μιρμπώ μεταφέρθηκαν από το όνομα του Ερρίκου Β΄ στον Ιωάννη (1172), όταν ήταν μόνο 5 ετών, για να μπορεί να έχει ο πατέρας του τον πλήρη έλεγχο, όμως ο μεγαλύτερος γιος, Ερρίκος, ενοχλήθηκε επειδή δεν είχε πραγματική εξουσία. Η Αλίκη ταξίδευσε από τις Άλπεις στην Αυλή του Ερρίκου Β΄, αλλά πέθανε πριν φτάσει στον προορισμό της στερώντας από τον Ιωάννη την κληρονομιά.[20]
Κυβερνήτης της Ιρλανδίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1173 η Ελεονώρα της Ακουιτανίας ξεσήκωσε τους μεγαλύτερους γιους της εναντίον του πατέρα τους που είχαν φοβηθεί ότι κινδύνευε η κληρονομιά λόγω της πατρικής εύνοιας στον Ιωάννη. Ο Ερρίκος ο νεότερος κατέφυγε στην Αυλή του Λουδοβίκου Ζ΄ της Γαλλίας.[21] Η Ελεονώρα παρότρυνε τους γιους της Ριχάρδο και Γοδεφρείδο να συμμαχήσουν με τον Ερρίκο εναντίον του πατέρα τους. Ο Ερρίκος Β΄ κατέστειλε την επανάσταση πολύ εύκολα, αλλά φάνηκε αρκετά γενναιόδωρος στους γιους του: τους επέτρεψε να κρατήσουν την κληρονομιά και φυλάκισε μόνο τη μητέρα τους Ελεονόρα που υποκίνησε την εξέγερση.[22] Στη διάρκεια της σύγκρουσης ο μικρός Ιωάννης άρχισε να ευνοείται φανερά, του παραχωρήθηκε το μεγαλύτερο τμήμα της Ανδεγαυικής αυτοκρατορίας και οι φήμες έλεγαν ότι ο Ερρίκος Β΄ θα τον χρίσει διάδοχο παραβιάζοντας τους κανόνες.[20] Παραχώρησε στον Ιωάννη την κομητεία της Κορνουάλης (1175) και την επόμενη χρονιά τον αρραβώνιασε με την πάμπλουτη Ισαβέλλα, Κόμισσα του Γκλώστερ, με κατάσχεση της περιουσίας από τις αδελφές της κατά παράβαση του νόμου για να τη δώσει στον Ιωάννη και την Ισαβέλλα. Στο Συμβούλιο της Οξφόρδης καθαίρεσε τον Ουίλλιαμ ΦιτζΑντέλμ από λόρδο της Ιρλανδίας για να τοποθετήσει στη θέση του τον δεκάχρονο Ιωάννη (1477).[23]
Ο Ερρίκος ο Νεότερος είχε σύντομη σύγκρουση με τον αδελφό του Ριχάρδο για τoν έλεγχο της Νορμανδίας και της Ακουιτανίας (1183). Ο Ερρίκος Β΄ υποστήριξε τον Ριχάρδο, αλλά ο νεαρός Ερρίκος πέθανε από δυσεντερία στο τέλος της εκστρατείας. Ο Ερρίκος Β΄ μετά τον πρόωρο θάνατο του μεγαλύτερου γιου του ήταν υποχρεωμένος να κάνει δεύτερη αναδιανομή. Ο Ριχάρδος ορίστηκε διάδοχος στον αγγλικό θρόνο με πραγματική εξουσία μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Γοδεφρείδος θα κρατούσε τη Βρετάνη και ο Ιωάννης θα γινόταν δούκας της Ακουιτανίας στη θέση του Ριχάρδου. Ο Ριχάρδος αρνήθηκε να αφήσει την Ακουιτανία και ο Ερρίκος Β΄ έξαλλος διέταξε τους δυο μικρότερους γιους του Γοδεφρείδο και Ιωάννη να καταλάβουν την Ακουιτανία με τη βία και τον στρατό. Τα δύο αδέλφια πολιόρκησαν την πρωτεύουσα Πουατιέ, ο Ριχάρδος απάντησε με επίθεση στη Βρετάνη, αλλά τελικά ακολούθησε οικογενειακή συμφιλίωση στα τέλη του 1184.[23] Ο Ιωάννης έκανε την πρώτη επίσκεψη στην Ιρλανδία με 300 ιππότες και ο Ερρίκος Β΄ αποφάσισε να τον στέψει βασιλιά της Ιρλανδίας, κάτι που τον έφερε σε σύγκρουση με τον πάπα Λούκιο Γ΄.[24] Η περίοδος εγκατάστασης του Ιωάννη στην Ιρλανδία ήταν ανεπιτυχής. Οι Ιρλανδοί είχαν πρόσφατα κατακτηθεί από τους Άγγλο - Νορμανδούς και έτρεφαν βαθύ μίσος για τον Ερρίκο. Επιπλέον, ο Ιωάννης προσέβαλε άσχημα τους τοπικούς άρχοντες για τις μακριές, εκτός μόδας, γενειάδες τους. Ο Ιωάννης επέστρεψε στην Αγγλία την ίδια χρονιά κατηγορώντας για την αποτυχία τον αντιβασιλιά Χιου ντε Λέισυ.[25]
Δεύτερη διανομή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα προβλήματα για την οικογένεια εξακολουθούσαν να είναι μεγάλα. Ο αδελφός του Ιωάννη, Γοδεφρείδος, πέθανε αιφνίδια στη διάρκεια ενός τουρνουά αφήνοντας μια κόρη, την Ελεονώρα, και έναν γιο τον, Αρθούρο, που γεννήθηκε μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ο Ιωάννης έγινε ο αμέσως επόμενος σε σειρά διαδοχής μετά τον Ριχάρδο.[26] Η αβεβαιότητα άρχισε να αυξάνεται και ο Ριχάρδος αρνήθηκε τη συμμετοχή του σε Σταυροφορία από φόβο μήπως ο πατέρας του κηρύξει διάδοχο τον Ιωάννη.[27] Ο Ριχάρδος συμμάχησε με τον Φίλιππο Β΄ της Γαλλίας εναντίον του πατέρα του (1187) και έδωσε όρκο υποτέλειας στον Φίλιππο με αντάλλαγμα να ανατρέψει τον πατέρα του και να πάρει τον θρόνο.[28] Ο Ριχάρδος και ο Φίλιππος έκλεισαν ειρήνη με τον Ερρίκο το καλοκαίρι του 1189, αφού πρώτα κατοχυρώθηκε στον Ριχάρδο η διαδοχή. Ο Ιωάννης ήταν πάντα πιστός στον πατέρα του, αλλά, όταν είδε τον Ριχάρδο να κερδίζει, άλλαξε στάση και συμμάχησε με τον Ριχάρδο εναντίον του πατέρα του. Ο ασθενής Ερρίκος Β΄ πέθανε αμέσως μετά από τη λύπη του.[29]
Στάση εναντίον του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η μεγάλη επιθυμία του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου ήταν η συμμετοχή του σε Σταυροφορία στους Αγίους Τόπους. Όταν έγινε βασιλιάς ενώθηκε στην Γ΄ Σταυροφορία (1190 - 1194) με τον Γάλλο βασιλιά Φίλιππο Β΄.[29] Προσπάθησε να μαζέψει τα απαραίτητα χρήματα πουλώντας εδάφη και τίτλους, προτεραιότητα του ήταν να εξασφαλίσει τον θρόνο όσο έλλειπε από σφετερισμό του Ιωάννη.[30] Στον Ιωάννη παραχωρήθηκε η κομητεία του Μορταίν και παντρεύτηκε την πάμπλουτη Ισαβέλλα του Γκλώστερ με εδάφη στο Λάνκαστερ και προίκα την Κορνουάλη, το Ντέρμπυ, το Ντεβόν, το Ντόρσετ, το Νόττιγχαμ και το Σόμερσετ. Σαν αντάλλαγμα ορκίστηκε πίστη στον Ριχάρδο όσο εκείνος έλλειπε στη Σταυροφορία.[31] Ο Ριχάρδος διατήρησε τα σημαντικότερα κάστρα ώστε να εμποδίσει τον αδελφό του να συγκεντρώσει μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις, έχρισε διάδοχο του σε περίπτωση θανάτου του τον ανιψιό του Αρθούρο.[32] Ο Ιωάννης ορκίστηκε, τέλος, ότι δεν θα επισκεφτεί την Αγγλία τα επόμενα τρία χρόνια, έτσι ο Ριχάρδος θα μπορούσε να έχει επαρκή χρόνο να ολοκληρώσει τη Σταυροφορία. Ο Ριχάρδος έδωσε την εξουσία του βασιλείου στον επίσκοπο Χιου ντε Πυισέ και στον Ουίλλιαμ Μάντεβιλλ και όρισε καγκελάριο τον Ουίλλιαμ Λόνσαμπ επίσκοπο του Ήλυ.[33] Ο Ουίλλιαμ Μάντεβιλλ πέθανε αμέσως μετά και η εξουσία παρέμεινε στους άλλους, η βασιλομήτωρ Ελεονώρα της Ακουιτανίας έπεισε τον Ριχάρδο να δεχτεί την επιστροφή του Ιωάννη στην Αγγλία.[34]
Η πολιτική κατάσταση στην Αγγλία άρχισε σύντομα να επιδεινώνεται αφού ο Χιου ντε Πυισέ και ο Ουίλλιαμ Λόνσαμπ ήρθαν σε σύγκρουση, ο Ούγος έγινε μισητός στην Αγγλική αριστοκρατία και τον κλήρο.[35] Ο Ιωάννης το εκμεταλλεύτηκε για να παρουσιάσει τον εαυτό του σαν εναλλακτική λύση για την αντιβασιλεία, ένοπλη σύγκρουση ξέσπασε ανάμεσα στον Ιωάννη και στον Λόνσαμπ τον Οκτώβριο του 1191, ο τελευταίος αιχμαλωτίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου.[36] Ο Ιωάννης κέρδισε την υποστήριξη των κατοίκων του Λονδίνου που τον αναγνώρισαν νόμιμο διάδοχο του Ριχάρδου.[37] Όταν έμαθε τα νέα ο Ριχάρδος, έστειλε τον Ουόλτερ του Κουτάνς, αρχιεπίσκοπο της Ρουέν, να αποκαταστήσει την τάξη.[38] Η θέση του Ιωάννη έγινε δύσκολη λόγω της δημοτικότητας του Ουόλτερ, πολύ περισσότερο όταν έμαθε ότι ο Ριχάρδος παντρεύτηκε στην Κύπρο κάτι που έφερε μεγάλες πιθανότητες να αποκτήσει δικό του διάδοχο.[39]
Επιστροφή του Ριχάρδου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πολιτική αναταραχή συνεχίστηκε, ο Ιωάννης αναζήτησε συμμαχία με τον βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο Β΄ ο οποίος μόλις είχε επιστρέψει από τη Σταυροφορία ελπίζοντας να κερδίσει τη Νορμανδία, το Ανζού και τις υπόλοιπες κτήσεις στην Αγγλία, η μητέρα του, Ελεονώρα, προσπάθησε να εμποδίσει τη συμμαχία. Ο Λόνσαμπ μετά την άφιξη του Βάλτερ επέστρεψε στην Αγγλία και δήλωσε ότι εσφαλμένα του αφαίρεσαν τις εξουσίες του δικαστή, ο Ιωάννης απέρριψε όλες τις αξιώσεις του δηλώνοντας ότι έχει οριστεί ο ίδιος διάδοχος.[40] Ο Ριχάρδος αργούσε να επιστρέψει από τη Σταυροφορία και ο Ιωάννης άρχισε να διαδίδει φήμες ότι έχει πεθάνει. Ο Ριχάρδος αιχμαλωτίστηκε στην Αυστρία από τον δούκα της, Λεοπόλδο Ε΄. Τον παρέδωσε στον αυτοκράτορα Ερρίκο ΣΤ΄ που ζητούσε πολλά λύτρα για την απελευθέρωση του. Ο Ιωάννης εκμεταλλεύτηκε το γεγονός προχωρώντας σε συμμαχία με τον Φίλιππο Β΄, του υποσχέθηκε να χωρίσει τη σύζυγο του και να παντρευτεί την κόρη του, Αλίκη.[41] Ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στις δυνάμεις του Ιωάννη και του Ριχάρδου και οι δυνάμεις του Ιωάννη ηττήθηκαν, στις αρχές του 1194 επέστρεψε ο Ριχάρδος, αφού είχαν πληρωθεί τα λύτρα που ζητούσε ο Αυτοκράτορας. Ο Ιωάννης οπισθοχώρησε στη Νορμανδία, όπου τον βρήκε ο αδελφός του την επόμενη χρονιά.[42] Ο Ριχάρδος τον συγχώρησε με τη δικαιολογία ότι ήταν ένα αφελές παιδί 27 ετών, αλλά του αφαίρεσε τα εδάφη με εξαίρεση την Ιρλανδία.[43]
Τα επόμενα χρόνια της βασιλείας του Ριχάρδου ο Ιωάννης δήλωσε πίστη στον αδελφό του, ο Ριχάρδος επιχείρησε να κερδίσει τα γαλλικά κάστρα που είχε χάσει από τον Φίλιππο την περίοδο απουσίας του, συμμάχησε με τον κόμη της Φλάνδρας, της Βουλώνης και τον Αυτοκράτορα.[44] Ο Ιωάννης έκανε αιφνίδια επίθεση στο κάστρο του Εβρέ (1195) αποκτώντας ολόκληρη τη Νορμανδία, την επόμενη χρονιά έκανε επίθεση στα βόρεια των Παρισίων κυριεύοντας την επισκοπή του Μπωβαί 50 χλμ βόρεια από τη γαλλική πρωτεύουσα. Ο Ριχάρδος τον αντάμειψε για τις υπηρεσίες του καταργώντας τις προηγούμενες κυρώσεις, ο Ιωάννης έγινε ξανά κόμης του Μορταίν.[45]
Βασιλιάς της Αγγλίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διεκδίκηση του θρόνου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τη δολοφονία του Ριχάρδου στις 6 Απριλίου 1199 εμφανίστηκαν δυο διεκδικητές στον αγγλικό θρόνο: ο πρώτος ήταν ο Ιωάννης ο Ακτήμονας και ο δεύτερος ο Αρθούρος Α΄ της Βρετάνης, γιος του αδελφού του, Γοδεφρείδου, που ήταν μεγαλύτερος από τον Ιωάννη.[46] Ο Ριχάρδος ακούγεται ότι πριν τον θάνατο του είχε αναγνωρίσει διάδοχο τον Ιωάννη, αλλά υπάρχει μεγάλη ασάφεια γύρω από το θέμα.[47] Σύμφωνα με τον νορμανδικό νόμο διάδοχος θα έπρεπε να είναι ο Ιωάννης σαν μόνος γιος του Ερρίκου Β΄ που είχε επιζήσει, αλλά σύμφωνα με τον Ανδεγαυικό νόμο διάδοχος θα έπρεπε να είναι ο Αρθούρος επειδή ο πατέρας του ήταν μεγαλύτερος αδελφός. Ο Ιωάννης είχε την υποστήριξη των Άγγλων και των Νορμανδών βαρόνων, ο Αρθούρος αντίστοιχα των βαρόνων της Βρετάνης, του Μαιν και του Ανζού και του Γάλλου βασιλιά Φιλίππου που ήθελε να διαλύσει την Ανδεγαυική αυτοκρατορία.[48] Ο στρατός του Ιωάννη δέχτηκε διπλή επίθεση στη Γαλλία από τους στρατούς του Φιλίππου στο Τουρ και του Αρθούρου στην κοιλάδα του Λίγηρα μπροστά από το Ανζέ, η αυτοκρατορία κινδύνευε να διχοτομηθεί.[49] Η άμυνα στη Νορμανδία δεν ήταν ισχυρή αλλά είχε μεγάλα κάστρα σε στρατηγικά σημεία όπως ο Πύργος του Γκαιγιάρ και οι δαπάνες για τη συντήρηση τους ήταν πολύ μεγάλες.[50] Η προώθηση του στρατού στο εσωτερικό της χώρας ήταν αδύνατη χωρίς να υπάρχει επαφή με τα συγκεκριμένα κάστρα.[51] Οι στρατοί είχαν φεουδαρχικές και μισθοφορικές δυνάμεις, οι φεουδαρχικές δυνάμεις μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για περιορισμένο χρόνο όπως στην προετοιμασία για την επιστροφή.[52] Οι μισθοφόροι ονομάστηκαν Βραβαντόνιοι λόγω της προέλευσης τους από το Δουκάτο της Βραβάντης και γενικά από όλη τη βόρεια Ευρώπη, μπορούσαν να βρεθούν εύκολα αλλά με μεγάλο κόστος.[53] Το τελικό αποτέλεσμα είναι οτι οι στρατοί εκείνη την περίοδο είχαν μεγάλο αριθμό μισθοφόρων.[54]
Μετά τη στέψη του ο Ιωάννης μετακινήθηκε στη Γαλλία για να οργανώσει την άμυνα της Νορμανδίας στα νότια και τα δυτικά σύνορα.[55] Η θέση του Ιωάννη έγινε στη συνέχεια ισχυρότερη. Ο Βαλδουίνος Α΄ της Κωνσταντινούπολης και ο Ρενώ της Βουλώνης ενίσχυσαν τη συμμαχία εναντίον της Γαλλίας. Ο πανίσχυρος ευγενής από το Ανζού, Ουίλλιαμ ντε Ρος, ο οποίος άλλαζε συνέχεια στρατόπεδα κατέληξε τελικά στον Ιωάννη.[56] Ένα μήνυμα από τον πάπα τον Ιανουάριο του 1200 ανάγκασε τις δυο πλευρές να κλείσουν ειρήνη, για τον Ιωάννη ήταν μια ευκαιρία να εδραιώσει την κυριαρχία του στις Γαλλικές κτήσεις. Με τη Συνθήκη του Λε Γκουλέ τον Μάιο του 1200 οι δυο βασιλείς συμφώνησαν να αναγνωρίσει ο Φίλιππος τον Ιωάννη διάδοχο του Ριχάρδου στις Ανδεγαυικές κτήσεις της Αγγλίας, και ο Ιωάννης με τη σειρά του να αναγνωρίσει τον Φίλιππο σαν ανώτερο επικυρίαρχο σε όλη τη Γαλλία.[57][58] Η πολιτική του Ιωάννη του έδωσε το προσωνύμιο Μαλακοσπάθης λόγω της δειλίας του στη μάχη σε αντίθεση με την τόλμη του Ριχάρδου.[59]
Δεύτερος γάμος με την Ισαβέλλα του Ανγκουλέμ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο πόλεμος ξεκίνησε ξανά όταν ο Ιωάννης αποφάσισε να παντρευτεί δεύτερη φορά την Ισαβέλλα του Ανγκουλέμ τον Αύγουστο του 1200 εγκαταλείποντας την πρώτη του σύζυγο, Ισαβέλλα του Γκλώστερ. Η δικαιολογία ήταν οτι ο πρώτος γάμος έγινε χωρίς την παπική έγκριση επειδή η Ισαβέλλα ήταν ξαδέλφη του.[57] Δεν είναι εξακριβωμένοι οι λόγοι που αποφάσισε να παντρευτεί την Ισαβέλλα του Γκλώστερ, άλλοι λένε λόγω ξαφνικού έρωτα και άλλοι για πολιτικούς λόγους επειδή αποκτούσε ισχυρή πρόσβαση στον δρόμο για την Ακουιτανία ανάμεσα στο Πουατού και στη Γασκώνη.[60] Η Ισαβέλλα ήταν αρραβωνιασμένη με τον Ούγο των Λουζινιάν μέλος της οικογένειας του Πουατού αδελφό του, Ραούλ Ε΄, που κατείχε εδάφη στα ανατολικά σύνορα της Νορμανδίας.[61] Ο νέος της γάμος με τον Ιωάννη απειλούσε τα συμφέροντα της οικογένειας των Λουζινιάν, ο Ιωάννης περιφρόνησε τους Λουζινιάν χωρίς να διαπραγματευτεί μαζί τους, αυτό οδήγησε σε εξέγερση που ο Ιωάννης την κατέστειλε εύκολα. Ο Φίλιππος Αύγουστος που είχε την υψηλή κυριότητα στο Πουατού κάλεσε τον Ιωάννη τον Ακτήμονα σε δικαστήριο στο Παρίσι για απολογία (1202), ο Ιωάννης αρνήθηκε να προσέλθει με τη δικαιολογία ότι ως δούκας της Νορμανδίας είναι ανεξάρτητος. Ο Φίλιππος του απάντησε ότι τον προσκαλεί σαν κόμη του Πουατού όχι σαν δούκα της Νορμανδίας και του υπενθύμισε ότι είναι υποχρεωμένος να προσέλθει λόγω της Συνθήκης του Λε Γκουλέ που είχε υπογράψει, ο Ιωάννης αρνήθηκε ξανά και ο Φίλιππος ακύρωσε τη συνθήκη προσφέροντας το αγγλικό στέμμα στον Αρθούρο με την εξαίρεση της Νορμανδίας.[60]
Εξοργισμένος ο Ιωάννης παρήγγειλε την κατασκευή ναυπηγείου στο Πόρτσμουθ ώστε να κατασκευάσει τεράστιο στόλο (1203). Το Πόρτσμουθ μετατράπηκε στο μεγαλύτερο ναυτιλιακό κέντρο της Αγγλίας από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του, είχε υπό την κατοχή του 45 μεγάλες γαλέρες με την προσθήκη τεσσάρων γαλέρων ετησίως. Κατασκεύασε τεράστιο ναυπηγείο για τα πρώτα εμπορικά και μεταφορικά πλοία του, αυτό τον πιστώνει με τον τίτλο του ιδρυτή της σύγχρονης βρετανικής ναυτιλίας. Ο Ιωάννης κρατούσε αρχικά αμυντική στάση υπερασπίζοντας τα κάστρα του (1199) αυτό εκμεταλλεύτηκε ο Φίλιππος για να προχωρήσει σε εκστρατείες στα ανατολικά. Ο Ιωάννης ανησύχησε έντονα μόνο όταν έμαθε ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις του Αρθούρου απειλούσαν τη μητέρα του στο κάστρο του Μιρμπώ, με την υποστήριξη του Ουίλλιαμ ντε Ρός έσπευσε να υπερασπιστεί τη μητέρα του, αιχμαλώτισε τον Αρθούρο και τους αρχηγούς της ανταρσίας στη μάχη του Μιρμπώ.[62]
Τελική επικράτηση του Ιωάννη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η θέση του Ιωάννη στη Γαλλία ενισχύθηκε σημαντικά αλλά η συμπεριφορά του απέναντι στους αιχμαλώτους και ιδιαίτερα στον σύμμαχο του Ουίλλιαμ ντε Ρός γύρισε την κατάσταση σε βάρος του, οι ντε Ρός ήταν ισχυρή οικογένεια του Ανζού και κράτησε τους αρχηγούς τους αιχμάλωτους σε πολύ άσχημες συνθήκες μέχρι που πέθαναν οι 32.[63] Οι περισσότεροι από τους ευγενείς ήταν στενά συνδεδεμένοι με συγγενικές σχέσεις, εξοργισμένοι από τη συμπεριφορά του Ιωάννη τον εγκατέλειψαν δηλώνοντας την υποταγή τους στον Φίλιππο, στη Βρετάνη κηρύχθηκε νέα επανάσταση.[64] Τα οικονομικά του Ιωάννη ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση, οι στρατιωτικές του δαπάνες πολύ μεγάλες και ο Φίλιππος ήρθε σε ισχυρά πλεονεκτική θέση.[65] Ο Ιωάννης άρχισε να εγκαταλείπεται συνεχώς από τους συμμάχους του (1203), προσπάθησε να πείσει τον πάπα Ιννοκέντιο Γ΄ να επέμβει, αλλά ούτε εκείνος απάντησε. Ο Ιωάννης μπροστά σε αδιέξοδο και από φόβο μην χάσει τον θρόνο του δολοφόνησε τον Αρθούρο. Ο Αρθούρος αρχικά ήταν αιχμάλωτος στη Φαλαίς, στη συνέχεια μετακινήθηκε στη Ρουέν, αλλά η τύχη του στη συνέχεια αγνοείται οι περισσότεροι ιστορικοί αναφέρουν ότι δολοφονήθηκε από τον Ιωάννη.[66] Τα Χρονικά του Αβναείου του Μάργκαμ γράφουν ότι ο Ιωάννης τον σκότωσε με τα χέρια του, στη συνέχεια του έδεσε μια πέτρα και τον έριξε στον Σηκουάνα.[67] Οι φήμες για τον θάνατο του Αρθούρου έκαναν περισσότερο μισητό τον Ιωάννη στους κατοίκους, η αδελφή του Αρθούρου, Ελεονώρα της Βρετάνης, κρατήθηκε πολλά χρόνια αιχμάλωτη, αλλά σε καλές συνθήκες.[68]
Στα τέλη του 1203 ο Ιωάννης προσπάθησε να υπερασπιστεί τον πύργο του Γκαιγιάρ από τον Φίλιππο στα ανατολικά της Νορμανδίας, πραγματοποίησε διπλή επίθεση χερσαία και μέσω του ναυτικού, πολύ περίπλοκη με δυσκολίες και χωρίς επιτυχία.[69] Ο Ιωάννης επέστρεψε στη Βρετάνη σε μια προσπάθεια να διώξει τις δυνάμεις του Φιλίππου από την ανατολική Νορμανδία, κατέστρεψε ένα μεγάλο μέρος των δυνάμεων του Φιλίππου στη Βρετάνη, αλλά δεν πέτυχε τον στόχο του. Οι γνώμες των ιστορικών για τις επιδόσεις του Ιωάννη διαφέρουν, αλλά όλοι συμφωνούν στο ότι δεν ήταν εντυπωσιακές. Ο Ιωάννης βρέθηκε σε ακόμα χειρότερη θέση τον Απρίλιο του 1204 που πέθανε η υπέργηρη μητέρα του.[69] Ο θάνατος της μητέρας του σκληρό χτύπημα, επειδή απειλήθηκαν όλες οι Ανδεγαυικές κτήσεις στα νότια της Γαλλίας, ο Φίλιππος κατέλαβε το δουκάτο χωρίς αντίσταση στη συνέχεια κατέλαβε το Ανζού και το Πουατιέ, στον Ιωάννη απέμεινε μονάχα η Ακουιτανία.[70][71]
Διακυβέρνηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Δικαιοσύνη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Ανδεγαυοί προκάτοχοι του Ιωάννη κυβερνούσαν δεσποτικά και αυθαίρετα τοποθετώντας τον εαυτό τους υπεράνω του νόμου. Ο Ερρίκος Β΄ και ο Ριχάρδος θεωρούσαν ότι έχουν θεϊκή μεγαλοπρέπεια και ο Ιωάννης συνέχισε την ίδια τακτική. Ο Ιωάννης ισχυριζόταν ότι έπαιρνε τις αποφάσεις σε σύμφωνη γνώμη με τους βαρόνους, οι γνώμες των ιστορικών διίστανται αν ενεργούσε βάση προσωπικής μεγαλομανίας ή της οικογενειακής του παράδοσης.[72][73] Ο Ιωάννης κληρονόμησε από τον πατέρα του ένα εξελιγμένο σύστημα διοίκησης, το θησαυροφυλάκιο και το υπουργείο Οικονομικών ασχολήθηκαν με τα έσοδα και τις δαπάνες, πολλοί δικαστές βρέθηκαν διάσπαρτοι σε όλο το βασίλειο για να αποδώσουν δικαιοσύνη. Το περιπατητικό δικαστήριο όπως με τον πατέρα του ταξίδευε σε όλη τη χώρα για να ασχοληθεί τόσο με τοπικά όσο και με εθνικά θέματα.[74] Στάθηκε το ίδιο δραστήριος στη διοίκηση της χώρας, αλλά ο όγκος των προβλημάτων αυξήθηκε σημαντικά σε σχέση με πριν, γι' αυτό αναγκάστηκε να μένει περισσότερο χρόνο στην Αυλή από ότι ο πατέρας του και ο αδελφός του αδιαφορώντας για τις υποβαθμισμένες περιοχές στα βόρεια.[75]
Ο Ερρίκος Β΄ είχε βελτιώσει σημαντικά την απονομή της δικαιοσύνης, έφερε στη βασιλική αυλή υποθέσεις οι οποίες μέχρι τότε ήταν αρμοδιότητα μονάχα στις τοπικές κοινωνίες.[76] Ο Ιωάννης προχώρησε περισσότερο δημιουργώντας το σώμα των δημοτικών ιατροδικαστών υπό τον Χιούμπερτ Ουόλτερ (1194) και εργάστηκε σκληρά για να πετύχει ακόμα και με προσωπική παρέμβαση.[77][78] Ο ιστορικός Λιούις Ουόρρεν (1929 - 1994) σημειώνει ότι είχε έντονο ζήλο να αποδόσει επιτυχώς δικαιοσύνη με τον αγγλικό νόμο, έγινε αρκετά δημοφιλής, επειδή έριξε την εξουσία των τοπικών βαρόνων αλλά ήρθε και σε σύγκρουση μαζί τους.[79]
Προσπάθειες να συγκεντρώσει χρήματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η κύρια προτεραιότητα του Ιωάννη ήταν να συγκεντρώσει χρήματα για να ανακτήσει τη Νορμανδία, οι Ανδεγαυοί βασιλείς είχαν τρεις βασικές πηγές εσόδων τους δήμους, τα φέουδα και τις φορολογίες.[80] Τα έσοδα από τους δήμους μειώθηκαν σημαντικά μετά τη Νορμανδική κατάκτηση, τα προβλήματα δεν λύθηκαν με την πώληση βασιλικών εδαφών από τον Ριχάρδο (1189) και τα έσοδα από τη φορολογία ήταν πολύ λιγότερα τους επόμενους αιώνες, οι Άγγλοι βασιλείς μπορούσαν να αποκτήσουν χρήματα και από άλλες πηγές όπως την εξαγορά της στρατιωτικής θητείας και την πώληση τίτλων ή αξιωμάτων.[81] Ο Ιωάννης εκμεταλλεύτηκε έντονα την περιουσία των βαρόνων για να συγκεντρώσει χρήματα μέσω της υψηλής φορολογίας ειδικά στους αντιπάλους του που αντέδρασαν έντονα.[82] Πολλές φορές οι βασιλείς χρησιμοποιούσαν χρήματα από τη φορολογία των ευγενών με αντάλλαγμα τα αξιώματα ο Ιωάννης έγινε περισσότερο πιεστικός, ζητούσε τεράστια ποσά από τους βαρόνους πέρα από τις δυνατότητες τους.
Ο Ιωάννης ξεκίνησε εκτενώς την πώληση τίτλων σε ψηλές τιμές, δημιούργησε τον νέο τίτλο του "Σερίφη" και αύξησε τα πρόστιμα που είχαν σχέση με τον δασικό νόμο πολλές φορές αδικαιολόγητα χωρίς να έχει προγραμματίσει στρατιωτικές εκστρατείες.[83] Ο αδελφός του, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, είχε εμπνευστεί τα πρόστιμα απέναντι σε χήρες που ήθελαν να παραμείνουν άγαμες- ο Ιωάννης τα έκανε ακόμα ψηλότερα.[84] Συνέχισε να πουλά χάρτες σε όλο το βασίλειο με σχέδια νέων πόλεων όπως του Λίβερπουλ.[85] Έκανε μεγάλη αύξηση στον φόρο των Ιουδαίων, μόνο το 1210 συγκέντρωσε από την Ιουδαϊκή κοινότητα 44.000 λίρες με βάση τα κέρδη των Ιουδαίων τοκογλύφων από τους Χριστιανούς οφειλέτες.[84] Δημιούργησε νέο φορολογικό σύστημα επί της κινητής και ακίνητης περιουσία στο οποίο στηρίχθηκε η νεότερη Ευρωπαϊκή φορολογία μέχρι σήμερα, νομοθέτησε και την κατάσχεση των εδαφών των βαρόνων, οι οποίοι αρνούντο να πληρώσουν. Όλα αυτά τα μέτρα έφεραν ετήσια έσοδα 66.000 λίρες.[86]
Οικονομική πολιτική με βαριά φορολογία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Όταν ανέβηκε στον θρόνο, η κακή σοδειά και η μεγάλη ζήτησε των τροφών έφεραν έκρηξη στις τιμές, οι δυσκολίες συνεχίστηκαν ολόκληρο τον 13ο αιώνα δημιουργώντας άσχημη οικονομική κατάσταση χωρίς τέλος.[87] Οι μεγάλες στρατιωτικές ανάγκες του Ιωάννη τον ανάγκασαν να αυξήσει σημαντικά τη φορολογία για να αποκτήσει έσοδα για τις εκστρατείες του, η συλλογή των φόρων γινόταν με ασημένια νομίσματα τα οποία μπορούσε να μετατρέψει σε νομίσματα άλλης μορφής. Η συλλογή γινόταν με βαρέλια από τα βασιλικά κάστρα σε ολόκληρη τη χώρα με κύρια προτεραιότητα την πληρωμή των μισθοφόρων.[88] Τις μεγαλύτερες ανάγκες ο Ιωάννης είχε την εποχή που προετοιμαζόταν για εκστρατεία στη Νορμανδία, οι πολίτες εξαντλήθηκαν από την άγρια φορολογία με αποτέλεσμα να προκληθούν αναταραχές και εξεγέρσεις.[89] Ο Ιωάννης προσπάθησε να λύσει τα προβλήματα βελτιώνοντας το Αγγλικό νομισματικό σύστημα (1204, 1205) με νέα νομίσματα καλύτερης ποιότητας και συνοχής.[90]
Ο βασιλικός οίκος του Ιωάννη στηρίχθηκε περισσότερο στους οπαδούς του, η πρώτη ομάδα οι ευγενείς τον ακολουθούσαν στις περιοδείες του στη χώρα και ήταν πρωταγωνιστές σε όλες τις στρατιωτικές εκστρατείες.[91] Η δεύτερη ομάδα ήταν οι βουλευτές και οι κρατικοί υπάλληλοι.[92] Οι τάξεις αυτές είχαν σημαντικά προνόμια όπως τη δυνατότητα να παντρευτούν μια πλούσια κληρονόμο ή ακόμα και απαλλαγή από φόρους.[93] Την εποχή του πατέρα του η τάξη εξαπλώθηκε πέρα από τους ευγενείς, ο Ιωάννης προχώρησε περισσότερο τοποθετώντας σε θέσεις βασιλικού δικαστή ακόμα και οπαδούς του που δεν είχαν καμιά σχέση με την τάξη των ευγενών, όπως μισθοφόρους από το Πουατιέ.[94] Στους άνδρες αυτούς υπήρχαν ακόμα και στρατιώτες που είχαν γίνει γνωστοί στους Άγγλους για την άθλια συμπεριφορά τους όπως οι Φαλκ του Μπρωτέ, Ζεράρ ντ'Ατέ, Ενγκελάρ ντε Σιγκονιέ και Φίλιπ Μαρκ.[95] Οι βαρόνοι αντιλήφθηκαν ότι η κλίκα που κυβερνούσε γύρω από τον βασιλιά περιείχε και πολλούς ανθρώπους κατώτερου επιπέδου.
Ο Ερρίκος Β΄ για να μειώσει την εξουσία των βαρόνων εφάρμοσε το Νορμανδικό έθιμο της "βασιλικής κακής θέλησης", ένας βαρόνος ή κληρικός θα μπορούσε να εκπέσει από τα αξιώματα του εάν δεν ήταν επιθυμητός στον βασιλιά, οι σχέσεις μετατράπηκαν σε βασιλική εύνοια παραμελώντας την κληρονομικότητα. Ο Ερρίκος Β΄ χρησιμοποίησε το Νορμανδικό έθιμο στη σύγκρουση του με τον επίσκοπο Τόμας Μπέκετ με αποτέλεσμα τη δολοφονία του.[96] Ο Ιωάννης συνέχισε πιο έντονα με στόχο να εκμηδενίσει την εξουσία των βαρόνων περισσότερο από φόβο μην τυχόν αμφισβητήσουν την εξουσία του.[97] Το μεγαλύτερο θύμα του Ιωάννη ήταν ο διάσημος βαρόνος Τζον Μάρσαλ, ο οποίος είχε βοηθήσει σημαντικά τον βασιλιά και υπήρξε υπόδειγμα πίστης.[98] Το αστρονομικό πρόστιμο των 40.000 μάρκων απαιτήθηκε από τον διάσημο Ιρλανδό βαρόνο Ουίλλιαμ ντε Μπρας, 4ο Λόρδο Μπράμπερ, και, επειδή αρνήθηκε να το πληρώσει, ο Ιωάννης φυλάκισε τη γυναίκα του και τον γιο του, πέθαναν και οι δυο στη φυλακή.[99] Ο Ουίλλιαμ ντε Μπρα πέθανε στην εξορία (1211) και τα εγγόνια του έμειναν στη φυλακή ως το 1218, οι καχυποψίες του Ιωάννη και ο φόβος αμφισβητήσεων τον οδήγησαν σε παρόμοια συμπεριφορά σε πολλούς βαρόνους.[100]
Προσωπική ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η προσωπική ζωή του Ιωάννη ήταν έντονα σκανδαλώδης, σύγχρονοι ιστορικοί τον χαρακτηρίζουν άθεο και ασεβή.[101] Το φαινόμενο των βασιλιάδων να έχουν ερωμένες ήταν συνηθισμένο τότε, ο Ιωάννης προχώρησε περισσότερο αποκτώντας ερωμένες ακόμα και συζύγους μεγάλων βαρόνων με διαστάσεις σκανδάλου. Την περίοδο του πρώτου γάμου με την Ισαβέλλα του Γκλώστερ απέκτησε 5 παιδιά από πολλές ερωμένες δυο από τις οποίες ήταν σύζυγοι ευγενών.[102] Η συμπεριφορά του βελτιώθηκε σημαντικά μετά τον δεύτερο γάμο του με την Ισαβέλλα του Ανγκουλέμ, την περίοδο αυτή δεν υπάρχουν πληροφορίες για εξώγαμα ή μοιχεία, εξακολουθούσε όμως να έχει εξώγαμες σχέσεις.[103] Την εποχή της επανάστασης των βαρόνων πολλοί τον κατηγόρησαν για συνεχείς ακρότητες σε θέματα μοιχείας, πολλές από τις κατηγορίες ήταν υπερβολές για να δικαιολογήσουν την επανάσταση αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δεν απορρίπτει τη συμπεριφορά του.
Οι σχέσεις του Ιωάννη με τη δεύτερη σύζυγο του έμειναν ασαφείς, οι γνώμες διαφέρουν το βέβαιο είναι ότι την παντρεύτηκε νεότατη μόλις 12 ετών χωρίς να εισπράξει μεγάλη προίκα ή έσοδα από την περιουσία της.[104] Ο γάμος έγινε αιφνίδια από έντονο έρωτα, ενώ ο ιστορικός Νικόλας Βίνσεντ (1769 - 1844) περιγράφει τον Ιωάννη σαν θιγμένο από την Ισαβέλλα.[105] Ο Βίνσεντ αναφέρει ότι η μεταξύ τους σχέση ήταν άσχημη την περίοδο (1207 - 1215) που απέκτησαν πέντε παιδιά.[106] Άλλοι ιστορικοί αντίθετα όπως ο Ουίλλιαμ Τσέστερ Τζόρνταν (γεν. 1948) αναφέρουν ότι η σχέση τους ήταν πολύ θερμή και ο γάμος τους πολύ επιτυχημένος για τα δεδομένα της εποχής.[107]
Ο Ιωάννης πέρα των άλλων έμεινε γνωστός για την ασέβεια του και την αθεΐα του, βαριά κατηγορία για την εποχή.[101] Οι σύγχρονοι ιστορικοί τον περιγράφουν με πολλές κακές συνήθειες, απέφευγε τον εκκλησιασμό, βλαστημούσε, δεν έκανε δωρεές στην εκκλησία και ειρωνευόταν μεγάλα χριστιανικά γεγονότα όπως η Ανάσταση.[108] Ο ιστορικός Φρανκ ΜακΛύν (γεν. 1941) αναφέρει ότι συμβολή σε αυτό είχε η κακή εκπαίδευση που είχε στα νεανικά του χρόνια στο Φοντεβρώ όπου οι δάσκαλοι τον είχαν απομακρύνει από την εκκλησία, άλλοι ιστορικοί αντίθετα γράφουν ότι έκανε εράνους σε φτωχούς και είχε καλές σχέσεις με πολλούς κληρικούς όπως ο Ούγος του Λίνκολν ο οποίος αργότερα αγιοποιήθηκε.[109] Νεότεροι ιστορικοί έγραψαν ότι η οικογένεια του Ιωάννη διατηρούσε όλα τα χριστιανικά έθιμα, συμμετείχε στις γιορτές ενώ ο ίδιος έκανε αργότερα πολλές δωρεές στις εκκλησίες και τους φτωχούς για να εξιλεωθεί για τη συμπεριφορά που είχε δείξει μέχρι τότε.[110] Ο ιστορικός Λιούις Ουόρρεν (1895 - 1973) γράφει ότι τα περισσότερα σχόλια εναντίον του βασίστηκαν σε υπερβολές των βαρόνων την εποχή της εξέγερσης.[111]
Ηπειρωτική πολιτική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Προετοιμασίες για πόλεμο με τη Γαλλία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ανακατάληψη της Νορμανδίας έγινε ο κύριος στόχος του Ιωάννη μέχρι το τέλος της ζωής του. Βρέθηκε αντιμέτωπος με πολλές προκλήσεις, η άμυνα απέναντι στις γαλλικές επιθέσεις, η εξασφάλιση των ναυτικών δρόμων για το Μπορντώ και οι αγγλικές κτήσεις που είχε διατηρήσει στην Ακουιτανία μετά τον θάνατο της μητέρας του τον Απρίλιο του 1204.[112][113] Ο Ιωάννης ήθελε να χρησιμοποιήσει το Πουατιέ σαν βάση ώστε μέσω της κοιλάδας του Λίγηρα να απειλήσει το Παρίσι με διάσπαση των δυνάμεων επικοινωνίας του Φιλίππου. Το ιδανικό του σχέδιο ήταν ένα νέο μέτωπο στα ανατολικά σύνορα του Φίλιππου με τη Φλάνδρα και τη Βουλώνη αλλά χρειαζόταν πολλά χρήματα και στρατό.[114] Το 1205 ο Ιωάννης ασχολήθηκε μόνο με την άμυνα της Αγγλίας απέναντι στους Γάλλους, επανέφερε τον νόμο του πατέρα του σύμφωνα με τον οποίο κάθε πολίτης έπρεπε να συνεισφέρει σε περίπτωση εθνικού κινδύνου (1181), δημιούργησε μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη με προορισμό το Πουατού και στόλο για απόβαση στη Νορμανδία.[114] Στο νέο σύστημα του Ιωάννη μόνο ένας από τους δέκα ιππότες μπορούσε να κινητοποιηθεί και οι υπόλοιποι εννιά έπρεπε να τον βοηθήσουν οικονομικά για απεριόριστο χρόνο, δημιούργησε μια ισχυρή ομάδα από μισθοφόρους και τοξότες και μια ομάδα βαρόνων με στρατιωτική εμπειρία όπως ο Ουίλλιαμ Λονσπέ, ο Ουίλλιαμ Μαρσάλ, ο Ρότζερ ντε Λέισυ και ο λόρδος Ουίλλιαμ ντε Μπρασέ.[115]
Ο Ιωάννης βελτίωσε σημαντικά τις ναυτικές δυνάμεις πριν την απώλεια της Νορμανδίας, τα περισσότερα πλοία τοποθετήθηκαν σε λιμενικές αποθήκες και το Πόρτσμουθ επεκτάθηκε σημαντικά.[116] Στα τέλη του 1204 υπήρχαν 50 μεγάλες γαλέρες ενώ άλλες 54 κατασκευάστηκαν την περίοδο 1209 - 1212.[117] Ο Ουίλλιαμ του Γρόθαμ ήταν "φύλακας του στόλου" και υπεύθυνος για τη μετατροπή των εμπορικών πλοίων σε επιχειρησιακό στόλο, υιοθέτησε νέες μεθόδους για τα σχέδια των πλοίων περιλαμβάνοντας πρόσθετα πρόστεγα για τη μάχη. Η εξέγερση των βαρόνων εμπόδισε την εκστρατεία που σχεδίαζε το 1205, μια μικρή ναυτική δύναμη υπό την ηγεσία του Ουίλλιαμ Λονσπέ αναχώρησε για το Πουατού, την επόμενη χρονιά (1206). Ο Ιωάννης αναγκάστηκε να κατευθυνθεί νότια, επειδή η Γασκώνη αντιμετώπισε την απειλή του Αλφόνσο Η΄ της Καστίλης.[114] Στη συνέχεια επέστρεψε βόρεια και κατέλαβε το Ανζέ, ο Φίλιππος κινήθηκε να τον συναντήσει και στο τέλος του χρόνου οι δυο βασιλείς υπέγραψαν ειρήνη για δυο χρόνια.[118] Την περίοδο (1206 - 1208) ο Ιωάννης έκανε έντονη προετοιμασία στις ναυτικές του δυνάμεις για να ανακαταλάβει τη Νορμανδία, χρησιμοποίησε τα χρήματα από τους φόρους για να βρει συμμάχους εναντίον του Φιλίππου στα ανατολικά σύνορα της Γαλλίας. Το 1212 ο Ιωάννης είχε καταφέρει να βρει ισχυρούς συμμάχους όπως ο Όθων Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο κόμης Ρενό της Βουλώνης και ο Φερδινάνδος, κόμης της Φλάνδρας, σύζυγος της Ιωάννας της Κωνσταντινούπολης, τα σχέδια για επίθεση διακόπησαν ξανά την ίδια χρονιά από νέα εξέγερση των βαρόνων στο Πουατού.[119] Ο Φίλιππος Β΄ ανέλαβε την πρωτοβουλία να στείλει τον γιο του, δελφίνο Λουδοβίκο, να επιτεθεί στη Φλάνδρα με στόχο την ίδια την Αγγλία (1213), ο Ιωάννης αναγκάστηκε να αναβάλει τα σχέδια του προκειμένου να αντιμετωπίσει την απειλή ξεκινώντας επίθεση στη Γαλλία στο λιμάνι του Νταμ. Η επίθεση ήταν επιτυχής, ο στόλος του Φιλίππου καταστράφηκε και αναγκάστηκε να αναβάλει την επίθεση που σχεδίαζε για την Αγγλία.[120]
Σκωτία, Ιρλανδία και Ουαλία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στα τέλη του 12ου αιώνα τα σύνορα της Αγγλίας με τη Σκωτία ήταν αμφισβητούμενα, οι Σκωτσέζοι βασιλείς διεκδικούσαν τμήματα στα βόρεια της Αγγλίας, ο Ερρίκος Β΄ επέβαλε στον Γουλιέλμο Α΄ να υπογράψει υποταγή με τη Συνθήκη του Φαλαίς (1174).[121] Η Συνθήκη ανακλήθηκε από τον Ριχάρδο σε αντάλλαγμα οικονομικής αποζημίωσης αλλά το ζήτημα παρέμεινε ασαφές και ο Ιωάννης διεκδίκησε ξανά τις βόρειες περιοχές, οι σχέσεις παρ'όλα αυτά των δυο βασιλέων ήταν φιλικές την περίοδο (1206 - 1207).[122] Ο Ιωάννης οργίστηκε όμως όταν έμαθε ότι ο βασιλιάς της Σκωτίας συμμάχησε με τον Φίλιππο Β΄ της Γαλλίας.[123] Ο Ιωάννης επιτέθηκε στη Σκωτία και ανάγκασε τον Γουλιέλμο να υπογράψει τη Συνθήκη του Νόραμ σύμφωνα με την οποία ασκούσε έλεγχο στις κόρες του Γουλιέλμου που του έδωσε επιπλέον το ποσό των 10.000 λιρών.[124] Η συνθήκη κατέστρεψε τελείως τις δυνάμεις του Γουλιέλμου και όταν βρέθηκε σε δυσκολίες με τις επαναστάσεις των Σκωτσέζων βαρόνων αναγκάστηκε ο ίδιος ο Ιωάννης να επέμβει για να τον βοηθήσει. Ο Ιωάννης δεν έκανε περισσότερες προσπάθειες να επαναφέρει τη Συνθήκη του Φαλαίς έτσι τόσο ο Ιωάννης όσο και ο Αλέξανδρος παρέμειναν ανεξάρτητοι βασιλείς. Ο Αλέξανδρος υποστήριζε τον Ιωάννη χωρίς να είναι υποχρεωμένος να του δώσει όρκο υποτέλειας.[125]
Ο Ιωάννης παρέμεινε κύριος της Ιρλανδίας κερδίζοντας από το νησί πολλά έσοδα για τον πόλεμο εναντίον του Φιλίππου.[126] Η σύγκρουση συνεχίστηκε στην Ιρλανδία μεταξύ των ντόπιων οπλαρχηγών και των Άγγλο-Νορμανδών εποίκων, ο Ιωάννης εκμεταλλεύτηκε τον μεταξύ τους εμφύλιο πόλεμο για να αυξήσει τον πλούτο και τον στρατό του. Την περίοδο που ήταν βασιλιάς ο Ριχάρδος, ο Ιωάννης είχε αυξήσει σημαντικά τη δύναμη του στην Ιρλανδία την ίδια πολιτική συνέχισε και ως βασιλιάς.[127] Το 1210 ο Ιωάννης εξέπλευσε για την Ιρλανδία για να καταστείλει εξέγερση Άγγλο-Νορμανδών αρχόντων, απέκτησε ξανά τον έλεγχο στη χώρα, επέβαλε με νέο χάρτη τα αγγλικά έθιμα και τον αγγλικό νόμο στην Ιρλανδία.[128] Ο Ιωάννης ωστόσο απέφυγε να επιβάλει τον χάρτη στους γηγενείς πληθυσμούς της Ιρλανδία, ο ιστορικός Ντέιβιντ Κάρπεντερ (γεν. 1941) λέει ότι το έκανε επειδή είχε στρέψει την προσοχή του περισσότερο στους ίδιους τους Άγγλους βαρόνους, οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν και μετά την επιστροφή του Ιωάννη στην Αγγλία.[129] Η βασιλική δύναμη στην Ουαλία είχε άνιση κατανομή, η χώρα είχε διαιρεθεί στους βαρόνους κατά μήκος των συνόρων και τον γηγενή Ουαλικό πληθυσμό, ο Ιωάννης έστρεψε προσωπικά το ενδιαφέρον του στην Ουαλία με ετήσιες επισκέψεις την περίοδο (1204 - 1211), πάντρεψε τη νόθη κόρη του, Ιωάννα, με τον Ουαλό πρίγκηπα Λιουέλιν τον Μέγα.[130] Ο Ιωάννης εκμεταλλεύτηκε και τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές με συμφωνίες οι οποίες του παρείχαν στρατιωτική υποστήριξη.[131] Έκανε νέα στρατιωτική επιχείρηση στην Ιρλανδία όταν ο Λίγουελιν εκμεταλλεύτηκε την αστάθεια με τη μετακίνηση του Γουλιέλμου ντε Μπρασέ για να εξεγερθεί (1211).[132] Η στρατιωτική αντεπίθεση κατέστειλε την εξέγερση και οι δυνάμεις του Ιωάννη στην Ιρλανδία έστω και προσωρινά ενισχύθηκαν σημαντικά.
Σύγκρουση με τον Πάπα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο αρχιεπίσκοπος του Κάντερμπερυ, Χιούμπερτ Ουόλτερ, πέθανε στις 13 Ιουλίου 1205 και ο Ιωάννης βρέθηκε σε σύγκρουση με τον πάπα Ιννοκέντιο Γ΄ που κατέληξε στον αφορισμό του. Οι Νορμανδοί και οι Ανδεγαυοί βασιλείς είχαν μεγάλη εξουσία στην Αγγλική εκκλησία μετά το 1040, όπως περιγράφει ο ιστορικός Ρίτσαρντ Χάσκροφτ η εξουσία των Άγγλων βασιλέων στην εκκλησία ήταν ανεξάρτητη από την παπική εξουσία.[133] Μετά το 1140 μια ομάδα Άγγλων κληρικών αντέδρασε προσεγγίζοντας τον πάπα και έφεραν τον Ιωάννη σε δύσκολη θέση.[134] Ο Ιννοκέντιος Γ΄ σύμφωνα με τον ιστορικό Ραλφ Τέρνερ ήταν "πολύ δυναμικός και φιλόδοξος δεν δεχόταν κανέναν περιορισμό της εξουσίας του από τους βασιλιάδες."[135] Ο Ιωάννης ο Ακτήμων επέλεξε τον Τζον Ντι Γκρέυ, επίσκοπο της Νόριτς νέο αρχιεπίσκοπο στο Κάντερμπερυ, οι κληρικοί του Καθεδρικού ναού ήθελαν την εκλογή του δικού τους επισκόπου Ρέτζιναλντ απαιτώντας την εκλογή του νέου αρχιεπισκόπου από την εκκλησία και όχι τον βασιλιά.[136] Οι επίσκοποι έστειλαν τον Ρέτζιναλντ στον πάπα να τον χρίσει αρχιεπίσκοπο, ο Ιωάννης με τη σειρά του έστειλε νέα αποστολή ζητώντας από τον Ιννοκέντιο να χρίσει τον Τζον Ντι Γκρέυ.[137] Ο Ιννοκέντιος Γ΄ αρνήθηκε να συναντήσει και τις δυο αποστολές, πρότεινε τον Στίφεν Λάνγκτον (1150 - 1228) και τον έστεψε αρχιεπίσκοπο τον Ιούνιο του 1207.[138] Η επιλογή του πάπα εξόργισε περισσότερο των Ιωάννη λόγω των στενών δεσμών του Στίφεν με τους Καπετίδες, του απαγόρευσε την είσοδο στην Αγγλία και έκανε κατάσχεση εδαφών στον ίδιο και στους κληρικούς που τον υποστήριζαν.[139] Ο Ιννοκέντιος προσπαθούσε να πείσει τον Ιωάννη να αλλάξει γνώμη αλλά αρνήθηκε επίμονα, τον Μάιο του 1208 ο Ιννοκέντιος ανακοίνωσε την απαγόρευση του στους Άγγλους ιερείς να τελούν θρησκευτικά μυστήρια με εξαίρεση τη βάπτιση και την άφεση αμαρτιών στους ετοιμοθάνατους.[140]
Ο Ιωάννης κατέλαβε το κάστρο του Ρότσεστερ ένα σημαντικό στρατηγικό σημείο της αρχιεπισκοπής του Καντέρμπουρι και αποφάσισε να τιμωρήσει ο ίδιος προσωπικά τον Ιννοκέντιο, έκανε διαχωρισμό ανάμεσα στους δικούς του κληρικούς και στους παπικούς με κατάσχεση της περιουσίας των πιστών στον πάπα κληρικών.[141] Φυλάκισε πολλούς παπικούς κληρικούς απαιτώντας λύτρα για την απελευθέρωση τους ενώ δήλωσε ότι θα προστατεύσει όλους εκείνους που παρέμειναν πιστοί σε αυτόν, σε πολλές περιπτώσεις τα επί μέρους ιδρύματα μπορούσαν μόνα να διαχειριστούν την παραγωγή των κτημάτων τους.[142] Ο Ιννοκέντιος έστειλε μια τελευταία προειδοποίηση να συμμορφωθεί με τον διορισμό του Λάνγκτον, ο Ιωάννης το αρνήθηκε ξανά και ο πάπας τον αφόρισε τον Νοέμβριο του 1209.[143] Ο αφορισμός δεν φόβισε τον βασιλιά λόγω του ότι δυο στενοί του φίλοι ο αυτοκράτορας Όθων Δ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ο Ραϊμόνδος ΣΤ΄ της Τουλούζης είχαν υποστεί την ίδια ποινή. Ο Ιωάννης εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να συγκεντρώσει πολλά χρήματα με την κατάσχεση της εκκλησιαστικής περιουσίας, το συνολικό κέρδος ήταν 100.000 μάρκα, επίσημα έγγραφα έδειξαν ότι το 14% των ετήσιων κερδών της εκκλησίας πήγε στα χέρια του Ιωάννη.[144][145] Από το 1209 ο Ιωάννης αναγκάστηκε να κάνει κάποιες παραχωρήσεις, οι εκκλησιαστικοί κανόνες είχαν καταστρατηγηθεί ιδιαίτερα σε θέματα ταφής, ο λαός παρόλα αυτά δεν έδειχνε έτοιμος να εξεγερθεί παρά το ότι είχε στοιχίσει σοβαρά ο πόλεμος του Ιωάννη με τον πάπα.[146] Ο Φίλιππος Β΄ εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία και άρχισε να προετοιμάζεται σοβαρά για επίθεση στην Αγγλία, ο λαός όταν είδε τον κίνδυνο αποφάσισε να εξεγερθεί.[147] Η θέση του Ιωάννη από τότε έγινε πολύ δύσκολη και αποφάσισε να συμφιλιωθεί με τον πάπα.[148]
Τους όρους του πάπα για την ειρήνη παρουσίασε στον καθεδρικό ναό του Ντόβερ τον Μάιο του 1213 ο απεσταλμένος του πάπα Πάντουλφ Βερράτσιο.[149] Ο Ιωάννης θα παρέδιδε την Αγγλική εκκλησία στον πάπα με αντάλλαγμα 1000 μάρκα ετησίως, 700 για την Αγγλία και 300 για την Ιρλανδία επιπλέον ο Ιωάννης έπρεπε να αποζημιώσει την εκκλησία για τις απώλειες από τα έσοδα που προκάλεσε.[150] Η τελική λύση έφερε πολλαπλές εντυπώσεις αλλά σύμφωνα με τους ιστορικούς στην κατάσταση που είχαν έρθει τα πράγματα δεν μπορούσε ο Ιωάννης να κάνει διαφορετικά.[151] Το μοναδικό κέρδος για τον Ιωάννη ήταν από τότε η υποστήριξη του πάπα κάτι που ανάγκασε τον Φίλιππο Αύγουστο να ακυρώσει τα σχέδια του για επίθεση στην Αγγλία.[152] Στα τέλη του 1214 ο Ιωάννης παραμέλησε να πληρώσει τα 2/3 των αποζημιώσεων του στον πάπα αλλά εκείνος το αγνόησε.[153]
Α΄ Βαρονικός Πόλεμος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αποτυχία της εκστρατείας στη Νορμανδία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η έχθρα ανάμεσα στον Ιωάννη και τους βαρόνους υπήρχε πολλά χρόνια αλλά εκδηλώθηκε ανοιχτά με την εξέγερση των βαρόνων (1212).[154] Οι δυσαρεστημένοι βαρόνοι που είχαν πληρώσει τεράστιους φόρους στον Ιωάννη συγκεντρώθηκαν στα βόρεια της Αγγλίας ονομάζοντας το κίνημα τους «Η εξέγερση των βορείων».[155] Μερικοί από τους θιγόμενους βαρόνους ανήκαν στο ευρύτερο περιβάλλον του Ιωάννη ή την οικογένεια του.[156] Η ένταση στη βόρεια Ουαλία ανάμεσα στον Ιωάννη και στον Λίγουελιν (1211) εξελίχτηκε σε ανοιχτό πόλεμο, ο διορισμός του Γάλλου Πέτρου ντε Ρος σαν δικαστή άφησε περισσότερο δυσαρεστημένους τους βαρόνους.[157][158] Η αποτυχία του Φιλίππου Β΄ να ξεκινήσει εκστρατεία κατά της Αγγλίας στον οποίο είχαν στηρίξει όλες τις ελπίδες τους (1214) στάθηκε η αιτία για την εξέγερση, ο Τζέιμς Χολτ γράφει ότι ο Φίλιππος προετοιμαζόταν για τη μάχη του Μπουβίν.[159]
Το 1214 ο Ιωάννης ξεκίνησε την εκστρατεία ανακατάληψης της Νορμανδίας από τον Φίλιππο με πολλές ελπίδες αφού ο πάπας ήταν τώρα με το μέρος του και είχε ισχυρές συμμαχίες όπως ο αυτοκράτορας Όθων, ο Ρενώ της Βουλώνης και ο Φερδινάνδος της Φλάνδρας.[160] Όταν ο Ιωάννης αποφάσισε να αναχωρήσει για το Πουατού τον Φεβρουάριο του 1214 οι βαρόνοι αρνήθηκαν να τον βοηθήσουν, τα σχέδια του ήταν να βαδίσει μέσω του Πουατού ενώ οι σύμμαχοι του Όθων, Ρενώ και Φερδινάνδος μαζί με τον Γουίλλιαμ Λόνγκισπι θα βάδιζαν μέσω της Φλάνδρας.[161] Ο Ιωάννης ξεκίνησε καλά, ανακατέλαβε στα τέλη Ιουνίου το Ανζού από τον δελφίνο Λουδοβίκο αλλά οι τοπικοί Ανδεγαυοί ευγενείς αρνήθηκαν να τον υποστηρίξουν και αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει στο Λα Ροσέλ.[162][163] Στα βόρεια οι σύμμαχοι του αντιμετώπισαν τον στρατό του Φιλίππου με σκοπό την ανακατάληψη της Νορμανδίας, συνετρίβησαν στη μάχη του Μπουβίν διαγράφοντας όλες τις ελπίδες του Ιωάννη για τη Νορμανδία. Οι δυο βασιλείς υπέγραψαν ειρήνη για 6 έτη σύμφωνα με την οποία ο Ιωάννης παραιτήθηκε οριστικά από τις αξιώσεις στη Νορμανδία και θα έπρεπε να πληρώσει αποζημίωση στον Φίλιππο, τον Οκτώβριο επέστρεψε στην Αγγλία.[164]
Εξέγερση των βαρόνων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Λίγους μήνες μετά την επιστροφή του Ιωάννη οι βαρόνοι στα βόρεια εξεγέρθηκαν εναντίον του βασιλιά.[165] Ο Ιωάννης που δεν ήθελε τη σύγκρουση συγκάλεσε συμβούλιο στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 1215 για να συνεννοηθεί με επιχείρημα την υποστήριξη που είχε από τον πάπα Ιννοκέντιο και τον έλεγχο του στον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι.[166] Νέες μισθοφορικές δυνάμεις από το Πουατού ήρθαν για να υποστηρίξουν τον βασιλιά αλλά ο Ιωάννης τους έστειλε πίσω για να δείξει ότι δεν επιθυμεί τη σύγκρουση, τόνισε περισσότερο την αφοσίωση του στην εκκλησία δηλώνοντας συμμετοχή σε Σταυροφορία.[167] Οι αντάρτες συγκεντρώθηκαν στο Νορθάμπτον τον Μάιο αγνοώντας την υποστήριξη του πάπα στον βασιλιά και διόρισαν αρχηγό τους τον Ροβέρτο φιτζOυώλτερ, ονομάστηκαν «στρατός του Θεού» και βαδίζοντας νότια κατέλαβαν το Λονδίνο, το Λίνκολν και το Εξετέρ.[168] Οι προσπάθειες για ειρήνη ναυάγησαν οριστικά μετά την κατάληψη του Λονδίνου, νέοι βαρόνοι ενώθηκαν με τους επαναστάτες και ο Ιωάννης έδωσε ξανά εντολή στον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρι να διαπραγματευτεί νέα ειρήνη.[169]
Μάγκνα Κάρτα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Ιωάννης συνάντησε τους επαναστάτες κοντά στο κάστρο του Ουίνδσορ στις 15 Ιουνίου 1215, ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι Στίφεν Λάνγκτον παρουσίασε την πρώτη μεγάλη συνταγματική συμφωνία τη Μάγκνα Κάρτα.[169][170] Ο χάρτης ικανοποιούσε τις περισσότερες απαιτήσεις των βαρόνων και πολλοί θεωρούν ότι ήταν η πρώτη παραχώρηση συντάγματος από βασιλιά στην Ευρωπαϊκή ιστορία.[171] Εξασφάλιζε την ελευθερία των πολιτών, τα δικαιώματα της εκκλησίας, έβαζε τέλος στις άνευ λόγου φυλακίσεις και στη φορολογία, οι βαρόνοι ανακτούσαν τα περισσότερα προνόμια.[172] Ένα συμβούλιο 25 βαρόνων υποσχέθηκε να υπογράψει μαζί με τον βασιλιά τον χάρτη με την υπόσχεση να αποχωρήσουν από το Λονδίνο, ο χάρτης υπογράφηκε αλλά δεν εφαρμόστηκε από κανέναν από τις δυο πλευρές. [173]
Οι βαρόνοι ισχυρίστηκαν ότι ο βασιλιάς δεν έχει στόχο να εφαρμόσει τον χάρτη και αρνήθηκαν να αποχωρήσουν από το Λονδίνο.[174] Ο Ιωάννης ζήτησε νέα υποστήριξη από τον πάπα Ιννοκέντιο με τον ισχυρισμό ότι ο ίδιος συμφωνεί και εκείνοι αρνούνται, ο πάπας αφόρισε τους βαρόνους με αποτέλεσμα την έκρηξη του Α΄ Πολέμου των Βαρόνων.[175] Οι επαναστάτες κατέλαβαν το κάστρο του Ρότσεστερ το οποίο ανήκε στον Λάνγκτον αλλά το είχε αφήσει αφύλακτο.[176] Ο Ιωάννης ήταν καλά προετοιμασμένος για την επίθεση αφού είχε αποθηκεύσει χρήματα για να πληρώσει τους μισθοφόρους και είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη ισχυρών αρχόντων όπως ο Γουλιέλμος Μαρσάλ και ο Ρανούλφος του Τσέστερ, οι βαρόνοι δεν είχαν την απαραίτητη εμπειρία να πολιορκήσουν βασιλικά κάστρα.[177] Το σχέδιο του Ιωάννη ήταν να απομονωθούν οι βαρόνοι του Λονδίνου, να διακοπεί ο ανεφοδιασμός τους από τον Φίλιππο ώστε να ξεκινήσει σταδιακά η φθορά τους, η εκστρατεία ξεκίνησε τον Νοέμβριο ανακατέλαβε το κάστρο του Ρότσεστερ, ο ιστορικός Ρέτζι Μπράουν (1940 - 2005) περιγράφει ότι ήταν μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις στην Ευρώπη την εποχή του.
Ανατροπή από τους βαρόνους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Ιωάννης κερδίζοντας τον έλεγχο στα νοτιοανατολικά έστειλε τον Ιωάννη Λόνγκισπι να ανακαταλάβει τα βόρεια του Λονδίνου ενώ ο ίδιος επιτέθηκε βόρεια στο Νόττιγχαμ στον κύριο όγκο των βαρόνων, οι επιχειρήσεις έγιναν και οι δυο με επιτυχία.[178] Τον Ιανουάριο του 1216 ο Ιωάννης βάδισε εναντίον του βασιλιά της Σκωτίας Αλεξάνδρου Β΄ που είχε συμμαχήσει με τους επαναστάτες, με μια γρήγορη επίθεση τον απώθησε στο Εδιμβούργο για δέκα μέρες.[179] Οι βαρόνοι ζήτησαν τη βοήθεια του Γάλλου δελφίνου Λουδοβίκου ο οποίος διεκδικούσε δικαιώματα στον Αγγλικό θρόνο λόγω του γάμου του με τη Λευκή της Καστίλης εγγονή του Ερρίκου Β΄, ο πατέρας του Φίλιππος Β΄ του το επέτρεψε αλλά αρνήθηκε να τον υποστηρίξει στρατιωτικά επειδή είχε αφοριστεί από τον πάπα.[180] Ο Λουδοβίκος μετέφερε από τη Γαλλία ισχυρά όπλα και πολιορκητικές μηχανές, ο Ιωάννης αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Σκωτία, βάδισε νότια για να αντιμετωπίσει την εισβολή του δελφίνου.[179]
Ο δελφίνος Λουδοβίκος αποβιβάστηκε νότια της Αγγλίας τον Μάιο του 1216 και ο Ιωάννης πήγε να τον εμποδίσει, ο στόλος του Ιωάννη διασκορπίστηκε στη διάρκεια καταιγίδας και ο Λουδοβίκος στρατοπέδευσε στο Κεντ.[178] Ο Ιωάννης αποφάσισε να μην επιτεθεί αμέσως από φόβο μήπως ο στρατός του υποχωρήσει και οι στρατιωτικές του δυνάμεις μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του Γουίλλιαμ Λόνγκισπι παραδόθηκαν στους αντάρτες οι οποίοι κέρδισαν το νοτιοδυτικό μέρος της Αγγλίας και τμήματα του βορρά.[181]
Θάνατος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Σεπτέμβριο του 1216 ο Ιωάννης αποφάσισε να πραγματοποιήσει νέα επίθεση με τον ισχυρισμό ότι ήθελε να βοηθήσει το κάστρο του Ουίνδσορ που βρισκόταν υπό πολιορκία, επιτέθηκε ανατολικότερα στην περιοχή του Κέιμπριτζ.[182] Κατόπιν ταξίδευσε βόρεια για να βοηθήσει το κάστρο του Λίνκολν και να συγκεντρώσει νέες ενισχύσεις, στον δρόμο προσβλήθηκε από δυσεντερία που τελικά αποδείχτηκε μοιραία.[183] Ο Αλέξανδρος Β΄ επιτέθηκε στη βόρεια Αγγλία κατέλαβε τον Αύγουστο το Καρλίς και έδωσε όρκο υποτέλειας στον δελφίνο Λουδοβίκο, οι εντάσεις μεταξύ του δελφίνου και των βαρόνων έφεραν μεγάλο κύμα λιποταξίας, ο γιος του Γουίλλιαμ Μαρσάλ και ο Γουίλλιαμ Λόνγκισπι πήγαν με τον Ιωάννη.[184] Ο βασιλιάς επέστρεψε δυτικά επειδή έχασε μεγάλο μέρος από τις αποσκευές του, ο Ρογήρος του Γουέντοβερ περιγράφει ότι στις αποσκευές υπήρχαν τα κοσμήματα του στέμματος που χάθηκαν στις παλιρροϊκές εκβολές των ποταμών χωρίς να εξακριβωθεί το σημείο.[185][186]
Η ασθένεια του επιδεινώθηκε, όταν έφτασε στο κάστρο του Νιούαρκ ήταν ανίκανος να προχωρήσει περισσότερο και πέθανε το βράδυ της 18ης Οκτωβρίου, σύμφωνα με φήμες που κυκλοφόρησαν αμέσως μετά τον θάνατο του δηλητηριάστηκε από δαμάσκηνα.[187][188] Το σώμα του μετακινήθηκε νότια από ομάδα μισθοφόρων και ενταφιάστηκε στον καθεδρικό ναό του Ουόρκεστερ μπροστά από τον βωμό του Αγίου Γούλφσταν, στη θέση κατασκευάστηκε η σαρκοφάγος (1232) και τοποθετήθηκαν τα λείψανα του.[189]
Τον διαδέχθηκε ο επτάχρονος γιος του Ερρίκος Γ΄ της Αγγλίας ενώ ο δελφίνος Λουδοβίκος εξακολουθούσε να διεκδικεί τον αγγλικό θρόνο.
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νυμφεύτηκε πρώτα το 1189 την Ισαβέλλα, κόρη τού Γουλιέλμου ΦιτζΡόμπερτ 2ου κόμη τού Γκλώστερ (εγγονού τού Ερρίκου Α΄). Δεν απέκτησαν τέκνα και ο γάμος ακυρώθηκε το 1199.
Το 1200 ο Ιωάννης έκανε δεύτερο γάμο με την Ισαβέλλα των Ταγιεφέρ, κόρη και κληρονόμο τού Αϋμέρ κόμη τού Ανγκουλέμ, και απέκτησε τέκνα:
- Ερρίκος Γ΄ 1207-1272, βασιλιάς της Αγγλίας.
- Ριχάρδος 1209-1272, 1ος κόμης της Κορνουάλης.
- Ιωάννα 1210-1238, παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο Γ΄ της Σκωτίας.
- Ισαβέλλα 1214-1241, παντρεύτηκε τον Φρειδερίκο Β΄ της Γερμανίας
- Ελεονώρα 1215-1275, παντρεύτηκε πρώτα τον Ουίλλιαμ Μάρσαλ, 2ο κόμη του Πέμπροκ, και μετά τον Σάιμον ντε Μόνφορ, 6ο Κόμη του Λέστερ.
Από μη νόμιμη σχέση του είχε φυσικά τέκνα:
- (νόθος) Ρίτσαρντ ΦιτζΡόυ π. 1190-1246, βαρόνος τού Τσίλχαμ.
- (νόθη) Ιωάννα, παντρεύτηκε τον Λύβελυν πρίγκιπα της Ουαλίας.
Πρόγονοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύγχρονοι θρύλοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ονομάστηκε «Ακτήμων» γιατί έχασε την κληρονομιά από τον πατέρα του λόγω της συμμαχίας του με τον εχθρό ή λόγω της πρώτης αναδιανομής. Οι μεγαλύτεροι αδελφοί του συμμάχησαν με τη μητέρα τους Ελεονώρα της Ακουιτανίας που ήταν αιχμάλωτη του Ερρίκου Β΄ από το 1173 και εξεγέρθηκαν κατά του πατέρα τους. Σε μικρή ηλικία αρραβωνιάστηκε την Αλίκη, κόρη του Ουμβέρτου Γ΄ της Σαβοΐας ελπίζοντας ότι θα αποκτούσε μεγάλη πρόσβαση στις Άλπεις, κληρονομώντας το Πεδεμόντιο και τη Σαβοΐα. Ο βασιλιάς Ερρίκος του υποσχέθηκε τα κάστρα στη Νορμανδία που είχε δώσει στον γιο του Γοδεφρείδο. Η Αλίκη ταξίδεψε στην Αγγλία για να επισκεφτεί την αυλή του Ερρίκου Β΄, αλλά πέθανε πριν πραγματοποιηθεί ο γάμος. Ο Γεράλδος της Ουαλίας περιγράφει ένα πίνακα που βρήκε στη σάλα του Ουίντσεστερ, ένας αετός δέχεται επίθεση από τρεις νεοσσούς ένας τέταρτος από πίσω παρακολουθούσε. Όταν ρώτησε τον Ερρίκο Β΄ ποιο είναι το νόημα του πίνακα ο βασιλιάς του απάντησε :
Οι τρείς νεοσσοί είναι οι τρείς γιοι μου που επιθυμούν να με καταδιώξουν ως το θάνατο μου. Ο τέταρτος που παρακολουθεί και δεν μετέχει είναι αυτός που θα μου δώσει το τελειωτικό χτύπημα.
Πραγματικά, ο τέταρτος ήταν ο μικρότερος Ιωάννης ο Ακτήμων αγαπημένος γιος του πατέρα του που δεν συμμετείχε στη συνωμοσία των αδελφών του, όταν στράφηκε και εκείνος εναντίον του ο Ερρίκος Β΄ στενοχωρήθηκε τόσο που πέθανε από μαρασμό.
Ο Ιωάννης ο Ακτήμονας έγινε αντικείμενο μελέτης από τους σύγχρονους ιστορικούς με αντιμαχόμενες γνώμες μετά τον 16ο αιώνα, ιστορικοί όπως ο Τζιμ Μπράντμπόρι (γεν. 1937) τονίζουν περισσότερο τις θετικές γνώμες για τον Ιωάννη τον Ακτήμονα ως έξυπνο άνθρωπο με διοικητικά προσόντα και ικανό στρατιωτικό ηγέτη.[190] Άλλοι ιστορικοί που αποτελούν την πλειοψηφία ανάμεσα τους και ο Ραλφ Τέρνερ (γεν. 1935) τονίζουν περισσότερο τα ελαττώματα του, τον περιγράφουν ως σκληρό, βίαιο και αυταρχικό.[191] Τα ελαττώματα έφεραν μεγάλη έξαρση σε συγγραφείς έργων φαντασίας όπως επίσης και στη σύγχρονη φιλμογραφία σε ταινίες γύρω από τον λαϊκό ήρωα Ρομπέν των Δασών με τον Ιωάννη στον ρόλο του κακού.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Norgate (1902), pp. 1–2.
- ↑ Fryde, Greenway, Porter and Roy, p.37.
- ↑ Warren, p.21.
- ↑ Barlow, p.275; Warren, p.23.
- ↑ Barlow, p.284.
- ↑ Barlow, p.305.
- ↑ Warren, p.27.
- ↑ Barlow, p.281.
- ↑ Turner, p.31.
- ↑ 10,0 10,1 Warren, p.26.
- ↑ Turner, p.31; Warren, p.26.
- ↑ McLynn, pp.27, 77.
- ↑ Warren, p.140.
- ↑ Warren, pp.139–40; McLynn, p.78
- ↑ McLynn, p.78.
- ↑ Warren, p.139; McLynn, p.78; Danziger and Gillingham, p.26.
- ↑ McLynn, p.78, 94; Turner, p.30.
- ↑ Carpenter (2004), p.223; Turner, p.35.
- ↑ McLynn, p.36
- ↑ 20,0 20,1 Turner, p.36.
- ↑ Carpenter (2004), p.223.
- ↑ Carpenter (2004), p.243.
- ↑ 23,0 23,1 Turner, p.37.
- ↑ Warren, p.35.
- ↑ Warren, p.36.
- ↑ Warren, p.37.
- ↑ Turner, p.39; Warren, p.38.
- ↑ Turner, p.38.
- ↑ 29,0 29,1 Warren, p.38.
- ↑ Warren, pp.38–9.
- ↑ Warren, pp.39–40.
- ↑ Barlow, p.293; Warren p.39.
- ↑ Warren, p.39.
- ↑ Warren, p.40.
- ↑ Warren, p.41
- ↑ Warren, pp.40–1.
- ↑ Inwood, p.58.
- ↑ Warren, p.42.
- ↑ Warren, p.43.
- ↑ Warren, p.44.
- ↑ Warren, p.45.
- ↑ Warren, p.46.
- ↑ Warren, pp.46–7.
- ↑ Fryde (2007), p.336.
- ↑ Warren, p.47.
- ↑ Carpenter (2004), p.264.
- ↑ Barlow, p.305; Turner, p.48.
- ↑ Warren, p.53.
- ↑ Warren, p.51.
- ↑ Barrett, p.91.
- ↑ Warren, p.57.
- ↑ Warren, p.59.
- ↑ Huscroft, pp.169–70
- ↑ Huscroft, p.170.
- ↑ Carpenter (2004), p.264; Turner, p.100.
- ↑ Warren, p.54.
- ↑ 57,0 57,1 Turner, p.98.
- ↑ Warren, p.55.
- ↑ Warren, p.63.
- ↑ 60,0 60,1 Turner, p.99.
- ↑ Turner, pp.98–9.
- ↑ Turner, p.100.
- ↑ Turner, pp.100–1.
- ↑ Turner, p.101.
- ↑ Holt (1984), p.94; Turner, p.94; Bradbury (1998), p.159; Moss, p.119.
- ↑ Turner, p.101
- ↑ McLynn, p.306.
- ↑ Warren, p.83.
- ↑ 69,0 69,1 Turner, p.102.
- ↑ Turner, pp.102–3.
- ↑ Turner, p.103.
- ↑ Turner, p.149.
- ↑ Warren, p.178; Turner, p.156.
- ↑ Warren, p.130.
- ↑ Warren, p.132; Huscroft, p.171.
- ↑ Huscroft, p.182.
- ↑ McLynn, p.366; Hunnisett, pp.1–3.
- ↑ Warren, pp.143–4.
- ↑ Carpenter (2004), p.273.
- ↑ Turner, p.79.
- ↑ Lawler and Lawler, p.6.
- ↑ McLynn, p.288.
- ↑ Turner, p.87.
- ↑ 84,0 84,1 Carpenter (2004), p.272.
- ↑ Hodgett, p. 57; Johnson, p.142.
- ↑ Turner, p.95.
- ↑ Danziger and Gillingham, p. 44.
- ↑ Stenton, p.163.
- ↑ Bolton, p.40.
- ↑ Barlow, p.329.
- ↑ Turner, pp.144–5; Church (1999), p.133.
- ↑ Turner, p.144.
- ↑ Turner, p.147.
- ↑ Turner, p.145.
- ↑ Barlow, p.326.
- ↑ Huscroft, p.170; Mason, p.128.
- ↑ Warren, p.184.
- ↑ Warren, p.185.
- ↑ Warren, p.185; Turner, p.169.
- ↑ Turner, p.139.
- ↑ 101,0 101,1 McLynn, p.290.
- ↑ Turner, p.166, Vincent, p.193.
- ↑ Vincent, p.193.
- ↑ Vincent, pp.174–5.
- ↑ Vincent, p.184.
- ↑ Turner, p.98; Vincent, p.196.
- ↑ Jordan, cited Turner, p.12.
- ↑ McLynn, pp.78, 290.
- ↑ Turner, p.120.
- ↑ Turner, p.120; Carpenter (2004), p.276.
- ↑ Warren, pp. 171–172.
- ↑ Turner, p.106.
- ↑ Turner, pp.106–7.
- ↑ 114,0 114,1 114,2 Turner, p.107.
- ↑ Barlow, p.336.
- ↑ Warren, p.123.
- ↑ Turner, p.106; Warren, p.123
- ↑ Turner, pp.107–8.
- ↑ Turner, p.108.
- ↑ Turner, p.109.
- ↑ Carpenter (2004), p.224.
- ↑ Duncan, p.252.
- ↑ Carpenter (2004), p.277; Duncan, p.260
- ↑ Carpenter (2004), p.277.
- ↑ Duncan, p.268.
- ↑ Carpenter (2004), p.278.
- ↑ Carpenter (2004), pp.278–9.
- ↑ Carpenter (2004), pp.280–1.
- ↑ Carpenter (2004), p.282; Duffy, pp.242–3.
- ↑ Carpenter (2004), pp.282–3.
- ↑ Carpenter (2004), p.283.
- ↑ Carpenter (2004), p.284.
- ↑ Huscroft, p.190.
- ↑ Huscroft, p.189; Turner, p.121.
- ↑ Turner, p.119.
- ↑ Turner, p.125.
- ↑ Turner, pp.125–6.
- ↑ Turner, p.126.
- ↑ Turner, p.127.
- ↑ Turner, p.128; Harper-Bill, p.304.
- ↑ Turner, p.128.
- ↑ Poole, pp.446–7.
- ↑ Turner, p.131.
- ↑ Harper-Bill, p.306.
- ↑ Harper-Bill, p.307.
- ↑ Harper-Bill, p.304.
- ↑ Turner, p.133.
- ↑ Bartlett, pp.404–5; Turner, p.133.
- ↑ Turner, p.133; Lloyd, p.213.
- ↑ Turner, p.133; Harper-Bill, p.308.
- ↑ Turner, pp.133–4.
- ↑ Turner, p.134.
- ↑ Harper-Bill, p.308.
- ↑ Turner, pp.173–4.
- ↑ Carpenter (2004), p.273, after Holt (1961).
- ↑ Church (1999), p.154.
- ↑ Rowlands, pp.284–5.
- ↑ Carpenter (2004), p.287.
- ↑ Turner, pp.173–4; Holt (1961), p.100.
- ↑ Barlow, p.335.
- ↑ Carpenter (2004), p.286.
- ↑ Carpenter (2004), p.286; Warren, p.221.
- ↑ Warren, p.222.
- ↑ Warren, p.224.
- ↑ Turner, p.174.
- ↑ Turner, p.179.
- ↑ Warren, p.233.
- ↑ Turner, p.174, p.179.
- ↑ 169,0 169,1 Turner, p.180.
- ↑ Turner, pp.180, 182.
- ↑ Turner, p.182.
- ↑ Turner, p. 184–5.
- ↑ Turner, p.189.
- ↑ Turner, pp.189–190.
- ↑ Turner, p.190.
- ↑ Turner, p.192.
- ↑ Turner, p.191.
- ↑ 178,0 178,1 Turner, p.193.
- ↑ 179,0 179,1 Duncan, p.267.
- ↑ Turner, pp.191–2.
- ↑ Turner, p.194.
- ↑ Turner, p.194; Warren, p.253.
- ↑ Warren, p.253.
- ↑ McLynn, p.455; Warren, p.253.
- ↑ Warren, p.254.
- ↑ Warren, pp.284–5; Barlow, p.356.
- ↑ Warren, pp.254–5.
- ↑ Given-Wilson, p.87.
- ↑ Danziger and Gillingham, p.270.
- ↑ Bradbury (2007), p.353.
- ↑ Turner, p.23
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Aberth, John. (2003) A Knight at the Movies: Medieval History on Film. London: Routledge.
- Barlow, Frank. (1999) The Feudal Kingdom of England, 1042–1216. Harlow, UK: Pearson Education.
- Barrett, Nick. (2007) "The Revenues of King John and Philip Augustus Revisited," in Church (ed) 2007.
- Bartlett, Robert. (2000) England Under the Norman and Angevin Kings: 1075–1225. Oxford: Clarendon Press.
- Bevington, David. (2002) "Literature and the theatre," in Loewenstein and Mueller (eds) 2002.
- Bolton, J. K. (2007) "English Economy in the Early Thirteenth Century," in Church (ed) 2007.
- Bradbury, Jim. (1998) Philip Augustus, King of France 1180–1223. London: Longman.
- Bradbury, Jim. (2007) "Philip Augustus and King John: Personality and History," in Church (ed) 2007.
- Brown, Reginald Allen. (1989) Rochester Castle: Kent. London: English Heritage.
- Carpenter, David. (1996) The Reign of Henry III. London: Hambledon Press.
- Carpenter, David. (2004) Struggle for Mastery: The Penguin History of Britain 1066–1284. London: Penguin.
- Church, Stephen D. (1999) The Household Knights of King John. Cambridge: Cambridge University Press.
- Church, Stephen D. (ed) (2007) King John: New Interpretations. Woodbridge, UK: Boydell Press.
- Churchill, Winston. (1958) A History of the English-Speaking Peoples, Volume 1. London: Cassell.
- Coss, Peter. (2002) "From Feudalism to Bastard Feudalism," in Fryde, Monnet and Oexle (eds) (2002).
- Curren-Aquino, Deborah T. (1989a) "Introduction: King John Resurgent," in Curren-Aquino (ed) 1989b.
- Curren-Aquino, Deborah T. (ed) (1989b) King John: New Perspectives. Cranbury, US: University of Delaware Press.
- D'Amassa, Don. (2009) Encyclopedia of Adventure Fiction: the Essential Reference to the Great Works and Writers of Adventure Fiction. New York: Facts on File.
- Danziger, Danny and John Gillingham. (2003) 1215: The Year of the Magna Carta. London: Coronet Books.
- Duffy, Sean. (2007) "John and Ireland: the Origins of England's Irish Problem," in Church (ed) 2007.
- Duncan, A. A. M. (2007) "John King of England and the King of the Scots," in Church (ed) 2007.
- Dyer, Christopher. (2009) Making a Living in the Middle Ages: The People of Britain, 850 – 1520. London: Yale University Press.
- Fryde, E. B., D. E. Greenway, S. Porter and I. Roy (eds) (1996) Handbook of British Chronology, third edition. Cambridge: Cambridge University Press.
- Fryde, Natalie, Pierre Monnet and Oto Oexle. (eds) (2002) Die Gegenwart des Feudalismus. Göttingen, Germany: Vandenhoeck and Ruprecht.
- Fryde, Natalie. (2007) "King John and the Empire," in Church (ed) 2007.
- Galbraith, V. H. (1945) "Good and Bad Kings in English History," History 30, 119–32.
- Gillingham, John. (1994) Richard Coeur de Lion: Kingship, Chivalry, and War in the Twelfth Century. London: Hambledon Press.
- Gillingham, John (2001) The Angevin Empire. (2nd edition) London, UKL Hodder Arnold.
- Gillingham, John. (2007) "Historians without Hindsight: Coggshall, Diceto and Howden on the Early Years of John's Reign," in Church (ed) 2007.
- Given-Wilson, Chris. (1996) An Illustrated History of Late Medieval England. Manchester: Manchester University Press.
- Harper-Bill. (2007) "John and the Church of Rome," in Church (ed) 2007.
- Harris, Jesse W. (1940) John Bale, a study in the minor literature of the Reformation. Urbana, US: Illinois Studies in Language and Literature.
- Hodgett, Gerald. (2006) A Social and Economic History of Medieval Europe. Abingdon, UK: Routledge.
- Holt, James Clarke. (1961) The Northerners: A Study in the Reign of King John. Oxford: Oxford University Press.
- Holt, James Clarke. (1963) King John. London: Historical Association.
- Holt, James Clarke. (1984) "The Loss of Normandy and Royal Finance," in Holt and Gillingham (eds) 1984.
- Holt, James Clarke and John Gillingham (eds) (1984) War and Government in the Middle Ages: Essays in Honour of J. O. Prestwich. Woodbridge, UK: Boydell Press.
- Hunnisett, R. F. (1961) The Medieval Coroner. Cambridge: Cambridge University Press.
- Huscroft, Richard. (2005) Ruling England, 1042–1217. Harlow, UK: Pearson.
- Inwood, Stephen. (1998) A History of London. London: Macmillan.
- Johnson, Hugh. (1989) Vintage: The Story of Wine. New York: Simon and Schuster.
- Jordan, William Chester. (1991) "Isabelle d'Angoulême, by the Grace of God, Queen," in Revue belge de philologie et histoire, 69, 821–852.
- Lawler, John and Gail Gates Lawler. (2000) A Short Historical Introduction to the Law of Real Property. Washington DC: Beard Books.
- Lloyd, Alan. (1972) The Maligned Monarch: a Life of King John of England. Garden City, US: Doubleday.
- Loewenstein, David and Janel M. Mueller. (eds) (2002) The Cambridge History of Early Modern English Literature. Cambridge: Cambridge University Press.
- Maley, Willy. (2010) "'And bloody England into England gone': Empire, Monarchy, and Nation in King John," in Maley and Tudeau-Clayton (eds) 2010.
- Maley, Willy and Margaret Tudeau-Clayton. (eds) (2010) This England, That Shakespeare: New Angles on Englishness and the Bard. Farnham, UK: Ashgate Publishing.
- Mason, Emma. (2008) King Rufus: The Life and Murder of William II of England. Stroud, UK: The History Press.
- McEachern, Claire. (2002) "Literature and national identity," in Loewenstein and Mueller (eds) 2002.
- McLynn, Frank. (2007) Lionheart and Lackland: King Richard, King John and the Wars of Conquest. London: Vintage Books.
- Moss, V. D. (2007) "The Norman Exchequer Rolls of King John," in Church (ed) 2007.
- Norgate, Kate. (1887) England Under the Angevin Kings, vol. 2. London: Macmillan.
- Norgate, Kate. (1902) John Lackland. London: Macmillan.
- Poole, Stephen. (1993) From Domesday Book to Magna Carta 1087–1216. Oxford: Oxford University Press.
- Potter, Lois. (1998) Playing Robin Hood: the Legend as Performance in Five Centuries. Cranbury, US: University of Delaware Press.
- Power, Daniel. (2007) "King John and the Norman Aristocracy," in Church (ed) 2007.
- Ramsay, James Henry. (1903) The Angevin Empire. London: Sonnenschein.
- Richardson, Douglas. (2004) Plantagenet Ancestry: a Study in Colonial and Medieval Families. Salt Lake City: Genealogical Publishing.
- Rowlands, Ifor W. (2007) "King John and Wales," in Church (ed) 2007.
- Scott, Walter. (1998) Ivanhoe. Edinburgh: Edinburgh University Press.
- Seel, Graham E. (2012) King John: An Underrated King. London: Anthem Press.
- Stenton, Doris Mary. (1976) English Society in the Early Middle Ages (1066–1307). Harmondsworth, UK: Penguin.
- Tulloch, Graham. (1988) "Historical Notes," in Scott (1998).
- Turner, Ralph V. (2009) King John: England's Evil King? Stroud, UK: History Press.
- Vincent, Nicholas. (2007) "Isabella of Angoulême: John's Jezebel," in Church (ed) 2007.
- Warren, W. Lewis. (1991) King John. London: Methuen.